Η Λέσβος λόγω της πλούσιας ενδοχώρας της και της γεωγραφικής θέσης, είχε κατοικηθεί, όπως καταδεικνύουν τα πλούσια αρχαιολογικά της ευρήματα, από τα βάθη της αρχαιότητας.
Οι πρώτες οργανωμένες κοινωνίες αναπτύχθηκαν πριν από τέσσερις περίπου χιλιάδες χρόνια και πολύ νωρίς άρχισαν οι εμπορικές σχέσεις με τις περιοχές της Ανατολής, τα άλλα νησιά του Αιγαίου και τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο.
Η Λέσβος, με την από τους αρχαίους χρόνους ιστορία της, με την πληθώρα ποιητών, μουσικών, φιλοσόφων και νομοθετών που γέννησε και ανέδειξε, υπήρξε ένα από τα μεγάλα πολιτισμικά και εμπορικά κέντρα της αρχαίας Ελλάδας.
Με την πανέμορφη, προικισμένη και πλούσια σε ποικιλία φύση της, τους πάμπολλους παραδοσιακους πέτρινους οικισμούς της, την έντονη σε οικονομική και πολιτισμική ισχή ιστορία της, η οποία άφησε στο πέρασμα της εκατοντάδες ιστορικά μνημεία και κτίσματα.
Η φύση και η θέση του νησιού το κατέστησε επανειλημμένα στόχο των εκάστοτε ισχυρών, αλλά παράλληλα συνετέλεσε στην ανάπτυξη ενός ιδιαίτερου πνευματικού πολιτισμού, τον οποίο στηλοθετούν ονόματα όπως της Σαπφώ, ο Αρίων, ο Πιττακός, ο Αλκαίος, ο Τέρπανδρος, ο Θεόφραστος, ο Θεοφάνης και πλήθος άλλων ποιητών, συγγραφέων και φιλοσόφων.
Ο Μέγας Αλέξανδρος απήλλαξε το νησί από την κυριαρχία των Περσών, το οποίο αργότερα περιήλθε στην κατοχή των Ρωμαίων.
Επί Βυζαντίου γίνεται τόπος εξορίας των επισήμων που έπεφταν στη δυσμένεια της Αυλής, το 1355 παραχωρείται στην ηγεμονία των Γατελούζων και το 1462 κυριεύεται από τους Τούρκους.
Η οικονομία της Λέσβου υπήρξε για πολλούς αιώνες συνδεδεμένη άρρηκτα με τα απέναντι μικρασιατικά παράλια, τα οποία λόγω της μικρής απόστασης λειτουργούσαν και ως ενδοχώρα, με "μητρόπολη" της περιοχής τη Σμύρνη. Από τα μέσα του περασμένου αιώνα έως τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας, η Λέσβος γνωρίζει μια ραγδαία οικονομική άνθιση με βάση τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς.
Η αναβίωση του Λεσβιακού ελαιώνα τόσο σε ποικιλίες όσο και σε έκταση (ο ελαιώνας δεκαπλασιάστηκε), μετά την ολοσχερή καταστροφή που υπέστη το 1850 λόγω εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών, σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας εποχής. Οργανώνονται βιοτεχνίες και βιομηχανίες, που επεξεργάζονται τα προϊόντα και υποπροϊόντα του ελαιοκάρπου και δημιουργούνται αξιόλογα εμπορικά δίκτυα που διοχετεύουν τα τοπικά προϊόντα στα Βαλκάνια, την Ευρώπη, τις Παρευξείνειες χώρες, τη Μ. Ασία, τη Β. και Κεντρική Αφρική. Οι μέθοδοι τυποποίησης και επεξεργασίας συναγωνίζονται αυτές της Διεθνούς Αγοράς.
Η Λέσβος γίνεται μια πύλη προς την Ανατολή, με Δυτικές προδιαγραφές, πράγμα το οποίο σμιλεύεται επάνω στην κουλτούρα της. Χτίζονται οικοδομήματα, εκκλησίες, πλούσιες κατοικίες, που συνδυάζουν στοιχεία πολιτισμικά Δύσης και Ανατολής. Το νησί διεθνοποιείται και συμμετέχει ενεργά στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική πρόοδο της εποχής. Στα τέλη του 19ου αιώνα, παρατηρείται μεγάλη συσσώρευση πλούτου στο νησί, λόγω της επέκτασης του εμπορίου. Λειτουργεί ήδη Εμπορική Λέσχη και αργότερα, το 1915 ιδρύεται ο Εμπορικός Σύλλογος Μυτιλήνης.
Το 1919 ιδρύεται το Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Μυτιλήνης. Από το 1912 χρονολογία απελευθέρωσης, έως τη μικρασιατική καταστροφή (1922), συντελείται η σταδιακή αποκοπή από τη Μ. Ασία και η οικονομία του τόπου στρέφεται προς την Ελλάδα και το μητροπολιτικό της κέντρο. Το 1922, το κύμα των προσφύγων, οι οποίοι προέρχονταν από μια πολύ προηγμένη περιοχή, επιφέρει ουσιαστικές μεταβολές και στην κοινωνική και στην οικονομική ζωή του τόπου. Παρατηρείται μια σταδιακή συρρίκνωση της βιομηχανικής παραγωγής, καθώς μια τεράστια καταναλωτική αγορά έσβησε για τα παραγόμενα προϊόντα της Λέσβου, ενώ ταυτόχρονα με την άφιξη των προσφύγων προσφέρονται φθηνά εργατικά και δημιουργούνται νέες καλλιέργειες αλλά βελτιώνονται και οι ήδη υπάρχουσες.
Από το 1960 και μετά έχει ήδη αρχίσει μια προσπάθεια απεξάρτησης από τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς, η αστάθεια της παραγωγής της οποίας έχει οδηγήσει σε δραματική μείωση του πληθυσμού του νησιού. Η στροφή γίνεται προς την ανάπτυξη του τουρισμού και την άμεση ανάγκη δημιουργίας υποδομών σε ξενοδοχεία, δρόμους και συγκοινωνίες μέσα σε ένα ευρύτερο κλίμα εκσυγχρονισμού που διαμορφώνεται με την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σήμερα η οικονομία του Νομού περιστρέφεται γύρω από την μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, κυρίως λάδι, τυροκομικά, αλίπαστα, ούζο σε άνθιση, κρασιά κ.λ.π., καθώς και γύρω από το τουριστικό προϊόν, για το οποίο καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες. Τελευταία δίνεται έμφαση στην παραγωγή βιολογικού ελαιολάδου και στην οινοπαραγωγή από αμπελώνες βιολογικής καλλιέργειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου