1. Γιούνια = Ονομάζονται οι μεταμφιεσμένοι τις Απόκριες στην Λέσβο. Στο λεσβιακό ιδίωμα χρησιμοποιούνται επίσης οι όροι ‘‘αρκούδες‘‘ και ‘‘κουδουνάτοι‘‘
2. Μουνέδα =Χρήμα
3. Κατρατσύλ = Επιπλέον φόρτωμα στο σαμάρι
4. Μέτσκα = Πονηρά
5. Σαρκί = Είδος αφηγηματικού τραγουδιού ‘‘ανατολίτικης προέλευσης‘‘
6. Κουτρούμπι = Πιθόσχημο πήλινο αγγείο με δυο λαβές για αποθηκευτική χρήση
7. Καβάδ (το) = α. μακρύ ανδρικό φόρεμα επανωφόρι, χωρίς μανίκι, β. ράσο. Παρ. φρ. <δε βγαίν’ του πανί καβάδ> = δεν φτάνει το ύφασμα για να γίνει καβάδ’ και μετάφ. δεν έχω τις οικονομικές δυνατότητες να κάνω κάτι που θέλω. Η λ. σχετίζεται με κάποια υποθετική πόλη Κάβαδα της Καρμανίας (Περσίας) που λέγεται Κέρμαν. Κατά τον Meyer απ΄ το σερβ. Kavad.
8. Καγιάδα (η) = μεγάλη πέτρα, βράχος, (τουρκ. kaya)
9. Καγιάφας (ο) = αλλήθωρος (τουρκ. kaya)
10. Καζαντίζου ρ. = κερδίζω, ωφελούμαι, [τουρκ. kazanmak]
11. Καζέπ (το) = ενοχλητικός ψεύτης, φρ. Είσι μιγάλου καζέπ (=πολύ ενοχλητικός) [τουρκ. kazip] (=ψεύτης).
12. Κακανίζου ρ. = γελώ δυνατά, από τον ήχο κακα + ν +ίζω > κακανίζου, όπως κακαρίζου.
13. Κάκαρου (το) =κεφάλι, [ μεσν. Κάκαρον < μετγν. Επίθ. κάκαρος]
14. Κακάβ’ (το) = ποικιλία αχλαδιού. Λέγεται πως το έφερε κάποιος από την οικογένεια Κακάβ’ (= Κουλαξιζέλλης)
15. Καϊναντίζου ρ. = υποφέρω από δίψα (τούρκ. kaynamak)
16. Νάμ (το) = φήμη φρ. <ψες χόριψι του Λινκέλ΄ σου καφινέ τσι πίρε του ναμ > [toyrk. Nam(= όνομα, φήμη)]
17. Ντουλγκέρ’ς (ο) = ξυλουργός, λεπτουργός [τουρκ.dulger]
18. Ντιπ Επίρρ. = εντελώς. Φρ <στέριψι τσισμές ντιπ > [τουρκ. dip]
19. Τσισμές (ο) = βρύση
20. Καλ’καμπάρ (το) = πόντος. Μεταφ. Κακοποιός, ελεεινός. Αγνώστου ετύμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου